γίβων

γίβων
(gibbon). Ανθρωπόμορφος πίθηκος της οικογένειας των υλοβατιδών. Ζει στα ορεινά δάση της Ιάβα και η ονομασία του οφείλεται στο χρώμα του πλούσιου τριχώματός του. Δεν έχει ουρά ούτε ακουστικά πτερύγια· τα μπροστινά άκρα του είναι τόσο μακριά ώστε όταν βρίσκεται σε όρθια στάση, τα δάχτυλά του σχεδόν ακουμπούν στο έδαφος. Όπως οι άλλοι υλοβατίδες (διαδεδομένοι από τη Βιρμανία έως την Ινδονησία), ζει σχεδόν αποκλειστικά πάνω στα δέντρα, όπου εκτελεί με ασυνήθιστη ευκινησία πραγματικές ακροβασίες. Όταν βρίσκεται στο έδαφος έχει ένα αδέξιο περπάτημα και για να διατηρηθεί σε ισορροπία κρατά τα άνω άκρα του ψηλά, στο ύψος των ώμων. Ο γ. τρέφεται σχεδόν αποκλειστικά με φυτικές τροφές· για να πιει νερό, βουτά τα μπροστινά του άκρα στο νερό και ύστερα γλείφει τις σταγόνες που στραγγίζουν από το τρίχωμα του καρπού και του πήχεως. Το αρσενικό βγάζει πολύ διαπεραστικές κραυγές, ιδιαίτερα κατά την ανατολή και κατά τη δύση του ήλιου ή όταν επίκειται καταιγίδα. Η κύηση του θηλυκού διαρκεί επτά μήνες και άλλο τόσο χρειάζεται για τον θηλασμό του μοναδικού μικρού, το οποίο παραμένει αρκετό διάστημα υπό την προστασία των γονέων του. Οι γίβονες, ανθρωπόμορφοι πίθηκοι της οικογένειας των υλοβατιδών, έχουν πολύ μακριά μπροστινά άκρα και ακροβατικές ικανότητες (φωτ. Sef).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Γίβων, Εδουάρδος — Βλ. λ. Γκίμπον, Έντουαρντ …   Dictionary of Greek

  • ανθρωπόμορφοι ή πονγκίδες — Οικογένεια καταρρίνων πιθήκων που, όπως υποδηλώνει και η ονομασία τους, έχουν ορισμένα χαρακτηριστικά γνωρίσματα, κυρίως ανατομικά, όμοια με του ανθρώπου. Οι α. έχουν ρωμαλέα σωματική διάπλαση και μέγεθος μέτριο (χιμπαντζής, γίβων) ή μεγάλο… …   Dictionary of Greek

  • άνθρωπος — Το ανθρώπινο ον, ο πιο εξελιγμένος οργανισμός που ζει στην υδρόγειο. Homo sapiens (ά. έμφρων ή λογικός)είναι ο επιστημονικός όρος, στη συστηματική ταξινόμηση διπλής ονομασίας για το γένος (homo, ά.)και το είδος (sapiens, λογικός)στο οποίο ανήκει… …   Dictionary of Greek

  • Βόρνεο — (ινδον. Kalimantan). Νησί (743.330 τ. χλμ., 16.137.216 κάτ. το 2000) του συμπλέγματος της Σούνδης στη νότια Ασία, το μεγαλύτερο του αρχιπελάγους και τρίτο μεγαλύτερο του κόσμου, μετά τη Γροιλανδία και τη Νέα Γουινέα. Βρίσκεται σχεδόν στο κέντρο… …   Dictionary of Greek

  • γίββων — Βλ. λ. γίβων …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”